Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2017

«Η Ελληνική Ατμοπλοϊκή Εταιρεία» 1857-1892

Ο ατμός που από τις αρχές του 19ου αι. εμφανίζεται ως μελλοντικό μέσο πρόωσης των πλοίων αρχίζει σταδιακά να εκτοπίζει τα πανιά. Οι Έλληνες πλοιοκτήτες μολονότι κατάλαβαν νωρίς τα πλεονεκτήματα της καινοτομίας βρέθηκαν σε αδυναμία, αρχικά τουλάχιστον, να ανταποκριθούν στην πρόκληση της τεχνολογίας, λόγω αφ’ ενός έλλειψης κεφαλαίων και θεσμών δανειοδότησης, αφ’ ετέρου  έλλειψης τεχνικής εμπειρίας και εξειδικευμένου προσωπικού, που απαιτούσαν τα πλοία αυτά. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα πρώτα ατμοκίνητα αγοράσθηκαν από Έλληνες της Διασποράς, όπως της Ρουμανίας και της Τεργέστης και ακολούθησαν οι πλοιοκτήτες της ανεξάρτητης Ελλάδας.

Στον τομέα της επιβατηγού ναυτιλίας η σύνδεση της ηπειρωτικής με τη νησιωτική Ελλάδα γινόταν από ξένες εταιρίες που εξυπηρετούσαν μόνο τα κεντρικά λιμάνια.  Η ανάγκη, λοιπόν, για τη ανάπτυξη καλών ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών ήταν επιτακτική και οδήγησε στις αρχές του 1855 την ελληνική κυβέρνηση στην ανάληψη πρωτοβουλίας για την ίδρυση ελληνικής ατμοπλοϊκής εταιρείας. 
Σύρος. Το Νεώριον. Επιστολικό δελτάριο. Συλλογή Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδος.


Ο Γεώργιος Τομπάζης πλοίαρχος – ναυπηγός του Πολεμικού Ναυτικού στάλθηκε στη Βρετανία με αποστολή την αναζήτηση σκαφών κατάλληλων για τις ακτοπλοϊκές συγκοινωνίες και τη διερεύνηση τρόπου οργάνωσης νεωλκείου, μηχανουργείου για τις αναγκαίες επισκευές πλοίων και εκπαίδευσης νέων μηχανικών. Έτσι αγοράσθηκαν έναντι συνολικού ποσού 24 χιλιάδων λιρών Αγγλίας τρία τροχήλατα επιβατηγά πλοία τα Πανελλήνιον, Βασίλισσα της Ελλάδος και Ύδρα συνολικής χωρητικότητας 570 τόνων. Με τους νόμους ΣΠΑ/22 Απριλίου 1855, ΤΟΘ/20 Οκτωβρίου 1856 και το ΒΔ/28 Οκτωβρίου 1856 συστάθηκε η Ελληνική Ατμοπλοϊκή Εταιρεία. Το ιδρυτικό συμβόλαιο υπογράφηκε στις 3 Ιανουαρίου 1857 στο κατάστημα της Εθνικής Τραπέζης της οδού Αιόλου και έδρα της εταιρίας ορίστηκε η Σύρος που αποτελούσε τότε το εμπορικό κέντρο της Ελλάδας, το λιμάνι προσέγγισης των ξένων επιβατηγών πλοίων και ναυτιλιακός κόμβος της Ανατολικής Μεσογείου.

Το αρχικό κεφάλαιο της εταιρίας ορίστηκε 1.904.500 δρχ. και 2.189  μετοχές. Από τις μετοχές αυτές, 800 κατείχε η κυβέρνηση, 400 η Εθνική Τράπεζα και τις υπόλοιπες Έλληνες κεφαλαιούχοι του εξωτερικού και του εσωτερικού. Το πρώτο διοικητικό συμβούλιο ήταν πενταμελές και συμμετείχαν τέσσερις Συριανοί, οι μεγαλέμποροι Αμβρόσιος Δαμαλάς και Πέτρος Ράλλης και οι έμποροι Κωνσταντίνος Βολονάκης και Ηλίας Κεχαγίας, ο οποίος και διετέλεσε και διευθυντής της εταιρίας για τριάντα ολόκληρα χρόνια. Στο συμβούλιο συμμετείχε επίσης, ο Υδραίος πλοίαρχος και ναυπηγός Γεώργιος Τομπάζης.

Σύμφωνα με το καταστατικό της η ελληνική κυβέρνηση ανελάμβανε μεταξύ των άλλων να εξασφαλίσει για την εταιρεία την αποκλειστικότητα της συγκοινωνίας των ελληνικών παραλίων, την προστασία του τόκου των μετόχων και τη διάθεση των αναγκαίων οικοπέδων. Από την πλευρά της η εταιρεία αναλάμβανε, μεταξύ άλλων την υποχρέωση της διαφύλαξης της και καλής λειτουργίας της ακτοπλοϊκής συγκοινωνίας με πέντε ατμόπλοια, ενώ έπρεπε να συστήσει εργοστάσιο και να κατασκευάσει ναυπηγείο ή αναβάθρα για την επισκευή των πλοίων.  Εδώ, αξίζει να σημειωθεί το γεγονός ότι παρά τη ρητή δέσμευση της εταιρίας το εργοστάσιο στήθηκε πρόχειρα το 1854 και λειτούργησε οριστικά το 1861, ενώ η αναβάθρα λειτούργησε το 1858.

Στις 9 Ιουνίου 1857 ξεκίνησαν τα δρομολόγια της πρώτης ελληνικής ναυτιλιακής εταιρείας. Η Βασίλισσα της Ελλάδος ήταν το πρώτο ταχυδρομικό πλοίο. Με την έναρξη των δρομολογίων διαπιστώθηκε η ανεπάρκεια της εταιρείας σε ατμόπλοια αφού όλες οι παράλιες πόλεις και τα νησιά ακόμα και τα πιο μικρά ζητούσαν να συμπεριληφθούν στα δρομολόγια. Για την αντιμετώπιση αυτών των αναγκών το Πολεμικό Ναυτικό διέθεσε τα Αθήναι και Ιωνία. Το 1858 η εταιρεία απέκτησε δύο ακόμη επιβατηγά τα Ομόνοια και Καρτερία.

Αγνώστου, Σφακτηρία. Τέμπερα, 55x73 εκ. Συλλογή Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδος.
Το ατμόπλοιο Σφακτηρία ήταν ένα από τα οκτώ ατμόπλοια που ενέταξε στον επιβατηγό στόλο της η Ελληνική Ατμοπλοΐα το 1884. Ήταν 1.000 τον., 2.000 ίππων, διπλέλικο, ταχύτητα 15 κόμβων.


Η κρατική στήριξη συνεχίσθηκε με τη διάθεση τον Μάιο του 1859 και για 4 μήνες τα πλοία Όθων και Σφενδόνη για να δρομολογηθούν στη γραμμή Τεργέστης- Κωνσταντινούπολης. Επίσης, το δημόσιο δώρησε τα αναγκαία οικόπεδα στη Σύρο και τον Πειραιά. Πέρα από τις κρατικές επιχορηγήσεις το πολεμικό πλοίο Όθων κάλυπτε τις έκτακτες ανάγκες της ταχυδρομικής υπηρεσίας που προέκυπταν λόγω βλάβης ή επισκευής των κανονικών πλοίων της γραμμής. Το 1861 η εταιρεία λειτουργούσε μία πλήρως εξοπλισμένη ναυπηγοεπισκευαστική μονάδα στην Ανατολική Μεσόγειο. Παράλληλα στο εργοστάσιό της  κατασκευάζονταν οβιδοβόλα ορειχάλκινα για τον εξοπλισμό των καταδρομικών.

Παρά τα όποια προβλήματα στα χρόνια λειτουργίας της διευκόλυνε την εσωτερική συγκοινωνία, συνετέλεσε στην ανάπτυξη του εξωτερικού και εσωτερικού εμπορίου και συνέδραμε αποτελεσματικά στην Κρητική Επανάσταση με τα πλοία της Πανελλήνιον και Ύδρα. Το 1860 αύξησε τον στόλο της φτάνοντας έτσι τον αριθμό των ένδεκα πλοίων (Πατρίς, Επτάνησος, Βυζάντιον, Ευνομία, Αθήναι και Ιονία). Το 1884 η Ατμοπλοΐα αύξησε σημαντικά τον αριθμό των σκαφών της αγοράζοντας το Ελπίς, Ερμούπολις, Πηνειός, Χίος, Πέλοψ και Θησεύς καθώς και τα ηλεκτρόφωτα Μυκάλη και Σφακτηρία.

Τον Δεκέμβριο του 1892 έληξε η σύμβασή της με το Δημόσιο και οδηγήθηκε στην πτώχευση. Η πολυτέλεια στις δαπάνες, οι καταχρήσεις στην έκδοση εισιτηρίων, η κακή διαχείριση των ασφαλιστικών κεφαλαίων της εταιρείας, ο μεγάλος αριθμός ατμόπλοιων στο δυναμικό της και το μέγεθος αυτών, η υπερβολική κατανάλωση κάρβουνου αποτελούν μερικούς από τους λόγους που την οδήγησαν παρά τις κρατικές επιχορηγήσεις στην χρεοκοπία. Η κακή διαχείριση και ο λανθάνων χαρακτήρας των δραστηριοτήτων της εταιρείας δήλωνε την ανικανότητά της να ανταποκριθεί στο νέο τύπο ναυτικής επιχείρησης και κυρίως την ανικανότητά της να ανταγωνιστεί με επιτυχία αντίστοιχες επιχειρήσεις στην Ελλάδα και κυρίως στο εξωτερικό.

Έτσι έκλεισε το πρώτο κεφάλαιο της ατμήλατης ελληνικής επιβατικής  ατμοπλοΐας.

Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος


Ενδεικτική βιβλιογραφία

Ναυτικόν Μουσείον της Ελλάδος (2005), Πειραιάς.

Παπαθανασόπουλος Κ. (1983), Ελληνική εμπορική ναυτιλία 1833-1856. Εξέλιξη και αναπροσαρμογή, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα.

Παπαθανασόπουλος Κ. (1988), Εταιρεία ελληνικής ατμοπλοΐας 1855-1872. Τα αδιέξοδα του προστατευτισμού, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα.


Τζαμτζής Α. (1999), Ελληνική Επιβατική Ακτοπλοΐα. Η Πρώτη Περίοδος 1830-1940. Το Χρονικής της Ελληνικής Επιβατικής Ακτοπλοΐας, εκδ. Finatec, Αθήνα.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου